- χρυσοφαής
- -ές, ΜΑαυτός που λάμπει σαν το χρυσάφι (α. «ὁ χρυσοφαὴς Ἥλιος», Ευρ.β. «Ἔρως χρυσοφαής», Ευρ.γ. «χρυσοφαὴς Σελήνη», Μάξ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)-* + -φαής (< φάος), πρβλ. ψευδο-φαής].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
χρυσοφαής — χρῡσοφαής , χρυσοφαής gold shining masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρυσοφαῆ — χρῡσοφαῆ , χρυσοφαής gold shining neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) χρῡσοφαῆ , χρυσοφαής gold shining masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) χρῡσοφαῆ , χρυσοφαής gold shining masc/fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρυσοφαεῖς — χρῡσοφαεῖς , χρυσοφαής gold shining masc/fem acc pl χρῡσοφαεῖς , χρυσοφαής gold shining masc/fem nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρυσοφαές — χρῡσοφαές , χρυσοφαής gold shining masc/fem voc sg χρῡσοφαές , χρυσοφαής gold shining neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φως — Ημερήσια ελληνική εφημερίδα του Καΐρου, που ιδρύθηκε το 1903 και εκδίδεται μέχρι σήμερα. Ιδρυτής και πρώτος διευθυντής ο Στ. Ευσταθιάδης. Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε εβδομαδιαία εφημερίδα στο Αγρίνιο (1927 35) με ιδρυτή τον Μ. Τζάνη. * * * ωτός … Dictionary of Greek
χρυσ(ο)- — ΝΜΑ α συνθετικό λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στη λέξη χρυσός (Ι) και δηλώνει ότι το β συνθετικό έχει σχέση, αναφέρεται στον χρυσό ως μέταλλο (πρβλ. χρυσό διφρος, χρυσο σάνδαλος, χρυσο χόος), ότι έχει το χρώμα ή την… … Dictionary of Greek
χρυσοφάεννος — ον, Α ο χρυσοφαής*. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * + φαεννός, αιολ. τ. τού φαεινός] … Dictionary of Greek
χρυσοφαοῦς — χρῡσοφαοῦς , χρυσοφαής gold shining masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)